Tag Archives: ρωσική τέχνη

Λιμπρέττο όπερας “μπορίς Γκοντουνόφ”

Πηγή : Bolshoi.ru Φωτό : Damir Yusupov

Πρόλογος – Σκηνή 1
Πλήθος συνωστίζεται γύρω από τα ψηλά τείχη της Μονής Νοβοτζέ-βιτσι στη Μόσχα. Ο Βογιάρος (ευγενής), Μπορίς Γκοντουνόφ, απο-χωρεί από το μοναστήρι μετά το θάνατο του Τσάρου Φιόντορ, ο οποί-ος δεν άφησε κληρονόμο. Το ότι ο Μπορίς θα εκλεγεί στο θρόνο είναι βέβαιο, αλλά προσποιείται ότι δεν θέλει, ώστε να μην δώσει την εντύπωση ότι θέλει να αρπάξει την εξουσία. Με την προτροπή ενός αστυνομικού, ο λαός ικετεύει τον Γκοντουνόφ να δεχτεί τον θρόνο:
“Μη μας εγκαταλείπεις, πατέρα, Μη μας αφήνεις αβοήθητους! “

Ο γραμματέας της Δούμας, ανακοινώνει ότι ο Γκοντουνόφ είναι αμετάπειστος.

Πρόλογος – Σκηνή 2
Στην πλατεία του καθεδρικού ναού στο Κρεμλίνο.
Χτυπούν οι καμπάνες. Ο Γκοντουνόφ έχει αποδεχθεί τον θρόνο και γίνεται η στέψη του. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι ευτυχής και βασανίζεται από ανησυχίες:
“Η ψυχή μου είναι βαριά, ένας ακαθόριστος φόβος, ένα εφιαλτικό προαίσθημα έχει καρφωθεί στην καρδιά μου … “

Στο Κρεμλίνο ακούγονται κωδωνοκρουσίες και ο λαός ξεσπά σε επευφημίες.

Πράξη Ι – Σκηνή 1
Αργά το βράδυ σ΄ένα κελί στη Μονή Τσούντοφ. Με το φως ενός κεριού, ο σοφός ερημίτης Πίμεν γράφει ένα ειλικρινές χρονικό της ιστορίας του ρωσικού κράτους. Στο χρονικό του, ο Πίμεν αποκαλύ-πτει το μυστικό της δολοφονίας του Τσαρέβιτς Ντμίτρι από τον Μπορίς Γκοντουνόφ.
Ο Γκριγκόρι, ένας δόκιμος μοναχός, που μοιράζεται το κελί του Πίμεν, ξυπνάει. Ακούει την ιστορία του γέροντα και μια καταιγίδα παθών και αδυσώπητων φιλοδοξιών διαλύει την ηρεμία της νύχτας. Έρχεται στον Γριγκόρι η ιδέα να πάρει ο ίδιος το όνομα του Τσαρέβιτς και να διεκδικήσει τον θρόνο από τον Μπορίς.
“Μπόρις! Μπόρις! Όλοι τρέμουν ενώπιόν σου,
Κανείς δεν τολμά να σου υπενθυμίσει
Για τη μοίρα του δύσμοιρου βρέφους …
Όμως ένας ερημίτης σε ένα σκοτεινό κελί
Γράφει μια τρομερή καταγγελία εναντίον σου.
Και δεν θα ξεφύγεις από την ανθρώπινη κρίση,
Όπως δεν θα ξεφύγεις κι από την κρίση του ουρανού! “

Σκηνή 2 
Πανδοχείο κοντά στα σύνορα της Λιθουανίας.
Τρεις περιπλανώμενοι μοναχοί, ο Βαρλαάμ, ο Μισάιλ και ο Γκριγκόρι, συναντούν την πεταχτούλα ιδιοκτήτρια του πανδοχείου. Ο Βαρλαάμ, μεθυσμένος και κοιλιόδουλος, τραγουδάει τραγούδια για την κατάλη-ψη του Καζάν. Ο Γκριγκόρι ρωτά την πανδοχέα πώς πάνε στη Λιθου-ανία. Ένας αστυνομικός έρχεται στο πανδοχείο: με εντολή του Τσά-ρου ψάχνει για τον μοναχό του Γκριγκόρι. Ο Γκριγκόρι αποτυγχάνει να διασκεδάσει τις υποψίες του αστυνόμου και για να σωθεί πηδά από το παράθυρο.

Πράξη ΙΙ – Σκηνή 1 
Στα διαμερίσματα του Τσάρου στο Κρεμλίνο.
Ο γιός του Τσάρου, Τσαρέβιτς Φιόντορ, εξετάζει τον πρώτο χάρτη της Ρωσίας. Η Ξένια, η κόρη του Μπορίς, θρηνεί μπροστά στο πορτρέτο του νεκρού αρραβωνιαστικού της, που ήταν ο διάδοχος του δανικού θρόνου. Σε μια προσπάθεια να την διασκεδάσει η νταντά της της λέει μια αστεία ιστορία. Ο Γκοντουνόφ μπαίνει και μιλάει τρυφερά με τα παιδιά του και είναι ευχαριστημένος με τον γιο του που είναι μελετη-ρός και έξυπνος.
Αλλά ακόμη και μαζί με τα παιδιά του, ο Μπόρις βασανίζεται από α-γωνία. Η Ρωσία έχει τρομερό λιμό. Οι απλοί άνθρωποι που έχουν πληγεί από την πανώλη περιφέρονται σαν άγρια ζώα κατηγορούν και καταριούνται τον Τσάρο για όλα τα προβλήματά τους.
Ένα βαθύ παράπονο ξεσπά από τα σωθικά του Τσάρου:
“Όλα γύρω είναι σκοτάδι και αδιαπέραστη θλίψη,
Ω, για μια φευγαλέα ματιά μιας ακτίνας χαράς! ..
Κάποιο μυστικό άγχος, μόνιμη αίσθηση της επικείμενης καταστροφής! .. “
Ο βογιάρος Σούισκι μπαίνει. Είναι ένας πονηρός αυλικός και ηγείται μιας ομάδας ευγενών με στασιαστικές διαθέσεις. Φέρνει άσχημα νέα: ένας διεκδικητής του θρόνου από την Λιθουανία ισχυρίζεται ότι είναι ο Τσαρέβιτς Ντμίτρι (δηλ. ο γιος του προηγούμενου Τσάρου Φιόντορ). Έχει την υποστήριξη του βασιλιά της Πολωνίας, των Πολωνών ευγενών και του Πάπα. Ο Μπόρις απαιτεί από τον Σούισκι να του πει την αλήθεια και τον ρωτά αν είναι σίγουρος ότι το μωρό που σκοτώθηκε στην πόλη Ούγκλιτς ήταν ο Τσαρέβιτς ς Ντμίτρι. Ο Σούισκι, απολαμβάνοντας το μαρτύριο του Τσάρου, περιγράφει τη βαθιά πληγή στο λαιμό του Τσάρεβιτς και το αγγελικό χαμόγελο στα χείλη του …
“Φάνηκε ότι στο λίκνο του ήταν ειρηνικός ύπνος … “

Ο Σούισκι αποχωρεί, έχοντας αναζωπυρώσει εκ νέου τους φόβους που συντρίβουν τον Μπόρις, ο οποίος νομίζει ότι βλέπει την εικόνα του δολοφονημένου Ντμίτρι.

Πράξη ΙΙΙ – Σκηνή 1
Βρισκόμαστε στον κήπο του Μνίσεκ, του διοικητή της (πολωνικής) πόλης Σάντομιρ.
Οι Πολωνοί ευγενείς με στρατό ετοιμάζονται να πορευτούν προς την Μόσχα. Επιδιώκουν να βάλουν στον ρωσικό θρόνο τον προστατευό-μενό τους, που δεν είναι άλλος από τον μοναχό Γκριγκόρι που το έ-σκασε από το μοναστήρι Τσούντωφ, και πήρε το όνομα του δολοφο-νημένου Τσαρέβιτς Ντμίτρι.
Σε αυτό θα βοηθήσουν τα φιλόδοξα σχέδια της κόρης του διοικητή, της όμορφης Μαρίνας, που ονειρεύεται να γίνει σύζυγος του μελλοντικού βασιλιά της Ρωσίας. Το πολυαναμενόμενο ραντεβού της Μαρίνας με τον Ντμίτρι, που την έχει ήδη ερωτευτεί, πραγματοποιεί-ται. Ωστόσο, η απότομη και υπολογιστική συμπεριφορά της Μαρίνας και η φιλοδοξία της να καθίσει στο ρωσικό θρόνο, προβληματίζει τον Ντμίτρι για λίγο. Η Μαρίνα το αντιλαμβάνεται αυτό και με γαλειφιές προσπαθεί να τον κερδίσει. Ο Ιησουίτης, Ρανγκόνι, γιορτάζει την επιτυχία του σχεδίου του.

Σκηνή 2
Χειμωνιάτικο πρωί. Μπροστά στον Καθεδρικό Ναό του Αγ. Βασιλεί-ου του Ευλογημένου στη Μόσχα.
Ένα πλήθος πεινασμένων ανθρώπων συζητά τις νίκες του Διεκδι-κητή του θρόνου (του ψευτο-Ντμίτρι) απέναντι στις δυνάμεις του Μπορίς. Ένας χαζούλης φτάνει στην πλατεία. Χαμίνια τον περικυ-κλώνουν γυρεύοντας λίγα καπίκια.
Ο Τσάρος βγαίνει από τον Καθεδρικό Ναό. Το πλήθος φωνάζει “Ψωμί, ψωμί! Δώσε στους πεινασμένους ψωμί! Δώσε μας ψωμί, πατερούλη, για το Χριστό!”. Απελευθερωμένος από τα χαμίνια ο χαζούλης απευθύνεται στον Τσάρο: “Παράγγειλέ τους να σκοτωθούν, καθώς σκοτώσατε το μικρό Τσαρέβιτς”. Ο Μπόρις λέει στους Βογιάρους να μην τον συλλάβουν:
“Αφήστε τον! Προσευχήσου για μένα, καλέ μου άνθρωπε…”
Αλλά ο χαζούλης απαντά : “Όχι, Μπόρις! Δεν μπορεί να γίνει!
Πώς μπορεί κανείς να προσευχηθεί για έναν Τσάρο που είναι σαν τον Ηρώδη; Η Παναγία δεν θα το επιτρέψει  αυτό … “

Πράξη IV – Σκηνή 1
Νύκτα, ξέφωτο στο δάσος έξω από την Μόσχα. Οι αγρότες εξεγέρθη-καν και οδηγούν στην φυλακή έναν βογιάρο. Τον κοροϊδεύουν θυμί-ζοντάς του ότι έκαναν αυτοί στους ίδιους.
“Μας εκπαιδεύσατε σωστά, μας εκμεταλλευόσασταν σε καταιγίδες και κακές καιρικές συνθήκες και όταν οι δρόμοι ήταν αδιάβατοι και μας χτυπούσατε με το μαστίγιο… “

Η άφιξη των μοναχών, του Βαρλαάμ και του Μισάιλ και οι καταγγελίες τους για τις αμαρτίες του Μπόρις, τoν φόνο του βασιλόπαιδα αναζω-πυρώνουν ακόμα περισσότερο την οργή του πλήθους. Ξεσπούν σ’ ένα απειλητικό τραγούδι:
“Μια νεαρή δύναμη είναι σε έξαρση,
Το αίμα του Κοζάκου βράζει!
Μια μεγάλη ανατρεπτική δύναμη ορμά από τα βάθη … “

Οι ιησουίτες ιερείς και οι απεσταλμένοι του ψευτο-Ντμίτρι εμφανίζον-ται. Αλλά η άφιξη αυτών των ξένων προκαλεί την αγανάκτηση του πλήθους. Οι αγρότες σέρνουν τους Ιησουίτες στο δάσος για να τους κρεμάσουν.

Ο ψευτο-Ντμίτρι ιππεύει προς το ξέφωτο και περιβάλλεται από στρατεύματα, τους πολωνούς ευγενείς και τους ιησουίτες. Απελευθε-ρώνουν τον ευγενή. Ο ψευτο-Ντμίτρι υπόσχεται να προστατεύει τους χωρικούς και τους πείθει να τον ακολουθήσουν στην Μόσχα. Ο ουρανός ανάβει με τη λάμψη της φωτιάς. Το κουδούνι συναγερμού χτυπά. Εμφανίζεται ο χαζούλης κοιτάζοντας τριγύρω του με φόβο. Με εμφανή αγωνία και πόνο προφητεύει τα νέα προβλήματα που περι-μένουν τους Ρώσους (εξαιτίας των Πολωνών):
“Κυλίστε, κυλίστε δάκρυα πικρά,
κλάψε, κλάψε ρωσική Ορθόδοξη ψυχή!
Σύντομα ο εχθρός θα έρθει και το σκοτάδι θα πέσει,
Μαύρο, αδιαπέραστο σκοτάδι … “

Σκηνή  2
Στο παλάτι του Κρεμλίνου η σύνοδος της Δούμα είναι σε εξέλιξη. Οι βογιάροι συζητούν για την τιμωρία που πρέπει να επιβληθεί στον ψευτο-Ντμίτρι μόλις τον πιάσουν. Εμφανίζεται ο Σούισκι. Περιγράφει τη σκηνή στο ιδιωτικό διαμέρισμα του Τσάρου, όταν ο Μπόρις έδιωξε το φάντασμα του δολοφονημένου Τσαρέβιτς Ντμίτρι. Σε αυτό το σημείο, ο Μπόρις εισέρχεται φωνάζοντας: “Φύγε, φύγε, παιδί!” Βλέποντας τους βογιάρους, ανακτά τον έλεγχο του εαυτού του και ζητά συμβουλές και βοήθεια.

Ο Σούισκι προτείνει στον Τσάρο να ακούει τον άγιο άνθρωπο που έχει έρθει να του πει ένα μεγάλο μυστικό. Ο Μπορίς συμφωνεί. Ο Πίμεν μπαίνει στον χώρο. Ο Πίμεν μιλά για την θαυματουργή θερα-πεία ενός αρρώστου στον τάφο του δολοφονημένου Τσαρέβιτς Ντμίτρι, στο Ούγκλιτς, είναι κάτι που ταράζει τόσο πολύ τον Μπορίς που πέφτει λιπόθυμος στο πάτωμα.
Όταν συνέρχεται και πριν πεθάνει ο Τσάρος δίνει συμβουλές στον γιο του πώς να προστατεύσει το βασίλειό του:
“Να μην εμπιστεύεσαι τις συκοφαντίες των βογιάρων,
Να παρακολουθείς προσεκτικά τις μυστικές συναλλαγές τους με τη Λιθουανία,
Να τιμωρείς την προδοσία χωρίς έλεος,
Να ακούς τι λένε οι απλοί άνθρωποι – επειδή δεν είναι υποκριτές … “

Κτυπά η καμπάνα, ψάλλουν οι μοναχοί κι ο Τσάρος πεθαίνει. Ο σοκαρισμένος Τσαρέβιτς Φιόντορ, έχοντας ευλαβικά αποχαιρετίσει τον πατέρα του, σηκώνεται στα πόδια του … Και αμέσως, ο Σούισκι, σαν από το πουθενά, ορθώνεται μπροστά του και μπλοκάρει τον δρόμο του προς τον θρόνο.

Η γεωγραφία της ρωσικής ψυχής

Βίκτωρ Μ. Βασνετσόφ – Οι αντριωμένοι (1898), Gallery Τρετσιακόφ, Μόσχα

Ο μεγάλος ρώσος φιλόσοφος και βαθύς γνώστης της ρωσικής ψυ-χής, Νικολάι Μπερντιάγιεφ, είχε πει ότι η γεωγραφία της ρωσικής γης σημάδεψε την «γεωγραφία» της ρωσικής ψυχής. Πράγματι, αν η γεωγραφία αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα για την οικονομική, πολιτική, πολιτιστική και ιστορική εξέλιξη ενός λαού, δεν μπορεί παρά να επηρρεάζει και την διαμόρφωση του ψυχισμού του.

Την εποχή των μεγάλων μετακινήσεων των λαών, 5ος-7ος αι. μ.Χ., ένα μέρος των Σλάβων εγκαταστάθηκε στην ανατολή, στην περιοχή που ορίζεται μεταξύ της Βαλτικής θάλασσας, των ποταμών Δούναβη και Δνείπερου και μέχρι βορειοδυτικά του Ευξείνου Πόντου. Σ’αυτήν την γη άρχισε να διαμορφώνεται η παλαιορωσική εθνότητα, στην οποία έχουν τις ρίζες τους οι Ρώσοι, οι Λευκορώσοι και οι Ουκρανοί (ανατολικοί Σλάβοι).

Τι συνετέλεσε στην διαμόρφωση του ρωσικού χαρακτήρα; Σε μεγάλο βαθμό το φυσικό περιβάλλον και το κλίμα.

Οι φυσικές και κλιματολογικές συνθήκες στην Ρωσία ήταν πολύ δύ- σκολες, τραχιές. Σ’ ένα μεγάλο κομμάτι της ρωσικής γης αγροτικές εργασίες μπορούσαν να γίνουν μόνον 5 μήνες τον χρόνο, ενώ στο βόρειο τμήμα της χώρας ο χρόνος αυτός περιοριζόταν στους 3 μήνες μόνον. Πόσο δύσκολο, αν αναλογιστούμε ότι το αντίστοιχο διάστημα στην Ευρώπη ανέρχεται στους 7-9 μήνες τον χρόνο.

Γκριγκόριι Γ. Μιασαγέντοφ – Η ώρα του θερισμού (1887), Κρατικό Ρωσικό Μουσείο, Αγ. Πετρούπολη

Επιπλέον, στην δυτική και βορειοδυτική Ρωσία τα εδάφη δεν είναι εύφορα και οι βροχοπτώσεις και οι χιονοπτώσεις είναι πολλές, ενώ οι περιοχές προς την Μαύρη Θάλασσα και οι στέπες συχνά υποφέ-ρουν από ξηρασίες. Επομένως, για να επιβιώσει κανείς χρειαζόταν επίμονος και συνεχής αγώνας με τα στοιχεία της φύσης. Σ’ αυτόν τον αγώνα μπορούσαν να επιβιώσουν μόνον οι υπομονετικοί, οι πείσμο-νες, οι σβέλτοι άνθρωποι και οι έχοντες πρακτικό μυαλό.

Στην Ρωσία ο χειμώνας είναι μακρύς και η μέρα διαρκεί λίγο. Είναι σημαντικό λοιπόν να μπορεί κανείς να δουλεύει πολύ εντατικά και να φέρνει αποτελέσματα γρήγορα. Γι’ αυτό οι Ρώσοι είναι συνηθισμένοι να αντέχουν στην πίεση.

Αλεξάντρ Α. Μπαρίσοφ – Πουσταζόρσκ (1898), Μουσείο Καλλιτεχνικής Ανάπτυξης της Αρκτικής, Αρχαγγέλσκ

Στην ψυχοσύνθεση του λαού έχει επιδράσει και το ψυχρό κλίμα. Γιατί για να αντέξει κανείς το κρύο, πρέπει να μάθει να μην ξοδεύει άσκοπα την ενέργειά του. Γι’ αυτό οι Ρώσοι είναι αργοί και ήρεμοι.

Επίσης, σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος. Η ζωή στα σύνορα, μεταξύ δάσους και στέπας, χωρίς οποιοδήποτε φυσικό μέσο προστασίας (όρη ή θάλασσα), άφησε τα χνάρια της στην γλώσσα, στην μυθολογία και στην κουλ-τούρα του λαού. Αλλωστε, ανά τους αιώνες, η βασική επιδίωξη του Ρώσου ήταν να επιβιώσει στον επόμενο κίνδυνο : πόλεμο, φυσική καταστροφή, κακή σοδειά, πείνα.

Απολινάριι Μ. Βασνετσόφ, Τάιγκα στα Ουράλια (1891), Gallery Τρετσιακόφ, Μόσχα

Τα δάση έδωσαν στους Ρώσους τα υλικά για να κτίσουν τα σπίτια τους, τους έθρεψαν και τους έντυσαν, τους προστάτευσαν από τους εχθρούς. Ταυτόχρονα όμως, τα δάση φιλοξενούσαν και άγρια θηρία και μέσα από αυτά μπορούσαν να τους επιτεθούν οι εχθροί μια και τα δάση τους πρόσφεραν κάλυψη. To δέος που προκαλεί το δάσος στον Ρώσο καθρεφτίζεται πολύ γλαφυρά στα ρωσικά παραμύθια.

Από την άλλη μεριά, υπήρχε η στέπα, ανοικτή και γι’ αυτό επίφοβη. Η αλήθεια είναι ότι μέσα από την στέπα πολλές φορές έφθασε ο πόλε-μος στην Ρωσία. Όμως, η στέπα ήταν εύφορη, έδινε πλούσια σοδειά και η απεραντοσύνη της συνδέθηκε με το διάπλατο της ψυχής, την απεριόριστη δύναμη της θέλησης, την λαχτάρα για εξερεύνηση και περιπέτεια.

Αλεκσέι Κ. Σαβράσοφ – Η στέπα το πρωί (1852), Κρατικό Ρωσικό Μουσείο, Αγ. Πετρούπολη

Ταυτόχρονα, αντικρίζοντας την τεράστια απλοχωριά της στέπας, ο Ρώσος ένιωσε μοναξιά και νοσταλγία. Γι’ αυτό και η τάση του στην ονειροπόληση, στην ενατένιση, η απροθυμία για αλλαγή. Όλα έγιναν μέρος της ρωσικής ψυχοσύνθεσης. Οι τεράστιες διαστάσεις της στέπας ήταν η αιτία για την ιδιαίτερη σχέση του Ρώσου με τον χώρο και τον χρόνο.

Μπαρίς Μ. Κουστοντίεφ – Υπαίθρια αγορά (1906), Gallery Τρετσιακόφ, Μόσχα

Μεγάλη αγάπη είχαν οι Ρώσοι και για τα ποτάμια τους, μια και για πολλούς αιώνες η Ρωσία δεν είχε διέξοδο σε θάλασσα και τα ποτά-μια αποτελούσαν το κύριο μέσο επικοινωνίας και συγκοινωνίας. Ήταν οι υδάτινοι, αλλά και παγωμένοι δρόμοι που τους βοηθούσαν στις σχέσεις με τους γείτονές τους, που τους έκαναν φιλοπράγμονες και φιλομαθείς. Κατά μήκος των ποταμών έκτισαν τις πόλεις τους, που σύντομα μετατράπηκαν σε εμπορικά και στρατιωτικά κέντρα. Το εμπόριο στα ποτάμια έθρεψε το επιχειρηματικό πνεύμα και τις συνεταιριστικές δραστηριότητες των Ρώσων.

Νικολάι Κ. Ρέριχ – Υπερπόντιοι επισκέπτες (1901), Gallery Τρετσιακόφ, Μόσχα

Τον 9ο-12ο αι. τα ποτάμια έγιναν οι εμπορικοί δρόμοι: ο δρόμος από τους Βάραγκους στους Έλληνες, που οδηγούσε από την Βαλτική στην Μαύρη Θάλασσα δια μέσου των ποταμών της ανατολικής Ευρώπης, ο ανατολικός εμπορικός δρόμος που δια μέσου του Βόλγα έβγαζε στην Κασπία και τις παραπέρα χώρες της ανατολής και ο δυτικός εμπορικός δρόμος που δια μέσου του Δούναβη έφερνε τους Ρώσους σε επαφή με την κεντρική Ευρώπη.

Την αγάπη τους για τα ποτάμια τους οι Ρώσοι την εξέφρασαν στα λαϊκά τους τραγούδια, ονομάζοντας τον Βόλγα – μητερούλα και τον Αμούρ στην Άπω Ανατολή – πατερούλη.

Αλεξάντρ Α. Μπαρίσοφ, Στο Μούρμαν, κοντά στο λιμάνι (1896) Gallery Τρετσιακόφ, Μόσχα

Για τους Ρώσους η φύση είναι ανυπέρβλητη δύναμη. Πολύ ισχυρότε-ρη από αυτήν που αντιπροσωπεύει για τους δυτικούς. Η απεραντο-σύνη της γης, η ένταση των φυσικών φαινομένων, η απουσία συνό-ρων και φυσικών προστατευτικών ορίων άφησαν το αποτύπωμά τους στην ρωσική ψυχή. Καλλιέργησαν την καρτερικότητα και την προσήλωση στην κοινότητα.

Η φύση αποτέλεσε την δύναμη που τροφοδότησε την αίσθηση ελευ-θερίας, τον στοχασμό, την πνευματικότητα και την διαρκή αναζήτηση οριζόντων, χωρίς περιορισμούς, στοιχεία που ενέπνευσαν τον ρωσι-κό λαό και τον οδήγησαν να δημιουργήσει την μοναδική, πανανθρώ-πινη κουλτούρα του.

Ισαάκ Ι. Λεβιτάν – Αυλίτσα στην Γιάλτα (1886) . Κρατικό Μουσείο Β. Παλινόφ, Περιφ. Τούλα