Tag Archives: ρωσική ιστορία

Ο τσάρος Μπορίς Γκοντουνόφ

Η ζωή του

Ο Μπορίς καταγόταν από ευγενική γενιά και ξεκίνησε την καριέρα του ως έφηβος στην Αυλή του Ιβάν Δ’ του Τρομερού.

Το 1571 εντάχθηκε στους Οπρίτσνικους, μια αδίστακτη παραστρα-τιωτική ομάδα που συγκρότησε ο ίδιος ο Ιβάν για να εξολοθρεύσει τους βογιάρους που αντιδρούσαν στο συγκεντρωτισμό του. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Μαρία Σκουράτοβα, κόρη ενός ηγέτη των Οπρίτσνικων, ισχυροποιώντας τη θέση του κοντά στο θρόνο. Σύντομα ο Ιβάν ανέπτυξε στενή σχέση με τον Γκοντουνόφ, πράγμα που αποδείχθηκε από την επιλογή της αδελφής του Μπόρις, Ιρίνας, ως συζύγου του γιου του και  διαδόχου Φιόντορ το 1580, καθώς και την απονομή στον ίδιο του αξιώματος του «βογιάρου».

Λίγες πριν πεθάνει ο Ιβάν ο Τρομερός κάλεσε τους πέντε πλέον έμπιστους βογιάρους (μεταξύ των οποίων και τον Γκοντουνόφ) και τους ανέθεσε να σταθούν δίπλα στον διανοητικά καθυστερημένο Φιόντορ που αναλάμβανε τις τύχες του βασιλείου. Με την ενθρόνιση του Φιόντορ, ο Γκοντουνόφ έλαβε τιμές και πλούτη, ως μέλος της πενταμελούς επιτροπής αντιβασιλείας.
Η ανέλιξη του Μπορίς Γκοντουνόφ στη θέση του πραγματικού κυβερνήτη της Ρωσίας ενόχλησε πολλούς βογιάρους. Ο Μπορίς απάντησε με εκτοπίσεις ή «ξύρισμα» (έκπτωση από τα αξιώματα) των διαφωνούντων. ‘Ετσι έγινε παντοδύναμος.

Ο Φιόντορ πέθανε τον Ιανουάριο του 1598 χωρίς να αφήσει διάδοχο. Δημιουργήθηκε έτσι πρόβλημα, αφού ο νέος τσάρος έπρεπε να ορισθεί.

Είναι λογικό πως ο Γκοντουνόφ είχε βλέψεις στο θρόνο, αφού όλες οι κυβερνητικές αρμοδιότητες είχαν συγκεντρωθεί στα χέρια του. Λέγεται μάλιστα ότι είχε φροντίσει από νωρίς να εξασφαλίσει ότι δε θα υπάρξει πιθανότητα να διεκδικήσει τον θρόνο κανείς άλλος, διατάζοντας τη δολοφονία (1591) του δεκαετή Δημητρίου, γιου του Ιβάν του Τρομερού από τον έβδομο γάμο του. Τυπικά ο Δημήτριος δεν ήταν ενταγμένος στη σειρά διαδοχής, αφού ως νόμιμα αναγνωρίζονταν μόνο τα τέκνα των τριών πρώτων γάμων, κανείς όμως δεν ξέρει ποια συμφέροντα θα επενδύονταν επάνω του στην κρίση που θα προέκυπτε με το θάνατο του Φιοντόρ. Πάντως η επιτροπή που εξέτασε τον μικρό Ντμίτρι, υπό τον βογιάρο (και αργότερα τσάρο) Βασίλειο Σούισκι, απεφάνθη ότι ο μικρός πέθανε κατά τη διάρκεια επιληπτικής κρίσης και δε δολοφονήθηκε.

Πέραν της φιλοδοξίας του, η διεκδίκηση του θρόνου αποτελούσε για τον Γκοντουνόφ το μοναδικό τρόπο αυτοπροστασίας!  Ήταν βέβαιο ότι οποιοσδήποτε εκλεγόταν τσάρος, δε θα ανεχόταν την παρουσία ενός τόσο ισχυρού άνδρα στα δημόσια πράγματα. Το μέλλον του σε αυτήν την περίπτωση θα ήταν προδιαγεγραμμένο – δολοφονία το πιθανότερο  ή ισόβιος εγκλεισμός σε μοναστήρι αν ήταν τυχερός. 

Πετυχαίνοντας την μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση ευγενών και εκκλησίας, ο Γκοντουνόφ ενθρονίστηκε ως «Τσάρος Μπορίς Α’ πασών των Ρωσιών».

Παρ’ όλα όμως τα πολιτικά και διοικητικά χαρίσματα και την διορατικότητά του, ο Μπορίς διέθετε ένα ελάττωμα που επισκίαζε τα πάντα: την καχυποψία. Η εμμονή πως όλοι ήταν εν δυνάμει συνω-μότες, έκανε αδύνατη την συνεννόηση ακόμα και με στενούς συνερ-γάτες του. Πολλοί αθώοι υπέφεραν διωγμούς εξαιτίας συγκεχυμέ-νων ή αβάσιμων πληροφοριών που του διοχέτευε ένα μεγάλο προ-σωπικό δίκτυο πληροφοριοδοτών.  Για την συμπεριφορά του αυτή υπάρχει αιτία : Ο Γκοντουνόφ ήταν ο πρώτος τσάρος που δεν ανήκε στην γενιά του Ρούρικ (του γενάρχη της δυναστείας) κι επομένως πολλοί βογιάροι που ανήκαν στην γενιά αυτή, όπως ο Σούισκι, τον επιβουλευόταν. Όλα αυτά ο Μπαρίς τα πλήρωσε λίγο αργότερα, όταν ξεκίνησε η κρίση και πια δεν είχε συμμάχους.

Τις χρονιές 1601-1602 καταστράφηκαν οι σοδειές και οι αγροτικές περιοχές υπέφεραν από πείνα και πανώλη και οι κάτοικοί τους συ-νέρρεαν στη Μόσχα, όπου γινόταν διανομή τροφίμων. Εκμεταλλευόμενοι την ερήμωση της επαρχίας, ληστές και κοζάκοι άρχισαν να λεηλατούν ό,τι είχε απομείνει.

Το 1603 εμφανίσθηκε στην Πολωνία (αιώνιο εχθρό των Ρώσων), κάποιος που υποστήριζε ότι είναι ο Ντμίτρι, ο γιος του Ιβάν του Τρομερού, για τον οποίο έγινε λόγος παραπάνω και δήλωνε ότι θα επιστρέψει για να πάρει πίσω το θρόνο που σφετερίστηκε ο Μπορίς.

Σε ομαλές συνθήκες μια τέτοια δήλωση θα προκαλούσε γέλιο, υπό το κράτος όμως της εξαθλίωσης μεγάλο μέρος των μαζών διείδε στο πρόσωπό του Ντμίτρι την ελπίδα για έξοδο από την κρίση.  Με την υποστήριξη των Πολωνών και την ανοχή τμήματος της ρωσικής αριστοκρατίας που είχε απηυδήσει με την κατάσταση, ο Ψευτο-Ντμίτρι πέρασε τα σύνορα επικεφαλής μικρού στρατού μισθοφόρων, Κοζάκων και Ρώσων εξόριστων, ο οποίος στην πορεία γιγαντώθηκε στρατολογώντας κάθε μορφής απελπισμένους από τα μέρη που περνούσε.

Η κατάσταση είχε πια εκτραχυνθεί και ο Μπορίς Γκοντουνόφ ήταν παντελώς μόνος. Τα δύο τελευταία χρόνια της βασιλείας του αναλώ-θηκε στην απόπειρα διαχείρισης μιας πραγματικότητας που απλά ήταν αδύνατο να ελεγχθεί. Τελικά βρήκε το θάνατο από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 23 Απριλίου 1605. Τον διαδέχθηκε ο δεκαεξάχρονος γιος του Φιόντορ, αλλά η βασιλεία του διήρκεσε μόνο δυόμισι μήνες. Τον Ιούνιο του 1605 με εντολή του Ψευτο-Ντμίτρι που ήταν έτοιμος να μπει στη Μόσχα, συνελήφθη από βογιάρους και δολοφονήθηκε μαζί με τη μητέρα του. Η κόρη του Μπορίς, η Ξένια, έγινε μοναχή και πέθανε αργότερα από φυσικά αίτια. Στον θρόνο ανέβηκε για λίγο ο ψευτο-Ντμίτρι και έναν χρόνο αργότερα ο βογιάρος Βασίλι Σούισκι.

Ιστορική αποτίμηση
Επιχειρώντας μια γενική αποτίμηση, η διακυβέρνησή του Μπορίς Γκοντουνόφ χαρακτηρίσθηκε από σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, εξωστρέφεια και πολιτική διορατικότητα.

Αντιλαμβανόμενος το βαθμό καθυστέρησης της χώρας του σε σύγκριση με τη Δύση, υλοποίησε σημαντικές εκπαιδευτικές μεταρ-ρυθμίσεις. Ήταν ο πρώτος τσάρος που μετακάλεσε δυτικούς καθη-γητές να διδάξουν στη Ρωσία και ενθάρρυνε Ρώσους νέους να σπουδάσουν σε δυτικά πανεπιστήμια. Συνέχισε επίσης τις προσπά-θειες για ενδυνάμωση των εμπορικών δεσμών με άλλες χώρες. Καλλιέργησε φιλικές σχέσεις με την παραδοσιακή αντίπαλο Σουηδία και προσπάθησε (έστω και ανεπιτυχώς) να αποκτήσει έξοδο στην Βαλτική με ειρηνικά μέσα.

Αντιμέτωπος με τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που σώρευσε η διακυβέρνηση του Ιβάν, προέβη σε αγροτική μεταρρύθμιση με σκοπό να αναζωογονήσει την αγροτική παραγωγή, τελικά όμως τα μέτρα οδήγησαν στην εγκαθίδρυση πιο σκληρής δουλοπαροικίας.

Επίσης κάλεσε Άγγλους εμπόρους να αναπτύξουν δραστηριότητα στη Ρωσία, απαλλάσσοντάς τους από δασμούς. Αναβάθμισε την Αρχιεπισκοπή Μόσχας σε Πατριαρχείο, μια κίνηση με μεγάλη πολι-τική σημασία, αφού το νέο πατριαρχείο ήταν «ελεύθερο» εν αντιθέσει με τα υπόλοιπα που βρίσκονταν υπό την κατοχή των Οθωμανών. Σταθεροποίησε το ρωσικό έλεγχο στα ανατολικά εδάφη, ιδρύοντας μια σειρά φρουρίων και πόλεων για να ελέγξει τις επιδρομές εχθρι-κών φύλων.

Σε διεθνές επίπεδο, ανέκτησε με πόλεμο τις πόλεις της ΒΔ Ρωσίας που είχε απωλέσει ο Ιβάν από τους Σουηδούς μετά την αποτυχημένη εισβολή στην Λιβονία.  Απέναντι στην Υψηλή Πύλη της Κων/πολης ακολούθησε πολιτική λελογισμένου ανταγωνισμού, υποστηρίζοντας τα αντιτουρκικά στοιχεία στο (παραδοσιακά τουρκόφιλο) Χανάτο της Κριμαίας. Ξανάρχισε επίσης την προσπάθεια κατάκτησης της Σιβηρίας, που είχε ατονήσει και έβαλε τις βάσεις για την κατοίκηση των περιοχών πέραν των Ουραλίων.

Αλάσκα, 153 χρόνια πριν

Η 30η Μαρτίου 2020 σηματοδοτεί την 153η επέτειο της συμφωνίας πώλησης της Αλάσκας από την Ρωσία στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Η ονομασία Αλάσκα προέρχεται από την γλώσσα των αυτοχθόνων των Aλεούτιων νήσων και σημαίνει «μεγάλη γη».  Οι Αλεούτιες νήσοι σχηματίζουν ένα τόξο που συνδέει την Αλάσκα με τα απέναντι ρωσι-κά παράλια.

Πιστεύεται ότι οι Ρώσοι έφθασαν στην Αλάσκα για πρώτη φορά λίγο μετά το 1600, όταν κυνηγοί θηλαστικών για γούνα διέσχισαν την Σι-βηρία και κατέληξαν στην βορειοαμερικανική ήπειρο.  Οι τακτικές α-ποστολές για γούνες μεταξύ Σιβηρίας και Αλάσκας άρχισαν την δε-καετία του 1730, οπότε άρχισαν να εμφανίζονται ρωσικοί οικισμοί στην Αλάσκα. Σύντομα και η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία  δραστηρι-οποιήθηκε στην περιοχή ελπίζοντας να προσηλυτίσει τους ιθαγενείς στην Ορθοδοξία.

Στις αρχές του 19ου αιώνα, η Αλάσκα έφερνε έσοδα στο ρωσικό τα-μείο λόγω του εμπορίου γούνας, αλλά μέχρι τα μέσα του αιώνα κατέ-στη σαφές ότι το κόστος διατήρησης και προστασίας αυτού του απο-μακρυσμένου και ευάλωτου από γεωπολιτική άποψη εδάφους θα υ-περέβαινε σημαντικά τα ενδεχόμενα κέρδη.

Οι συζητήσεις στην Ρωσία για την πώληση της Αλάσκας ξεκίνησαν την δεκαετία του 1850 και οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ το 1866, όταν Πρόεδρος ήταν ο Andrew Johnson και τσάρος ο Αλέξανδρος Β΄.

Οι αυτόχθονες έθεσαν θέμα ότι η γη τους δεν ανήκε στους Ρώσους για να δικαιούνται να την πουλήσουν στους Αμερικανούς, αλλά  δεν εισακούστηκαν. Και μέχρι σήμερα η Αλάσκα παραμένει μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στις 30 Μαρτίου 1867 υπογράφηκε η συμφωνία πώλησης έναντι του ποσού των $ 7,2 εκατ. (11 εκατ. ρούβλια). Λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκταση της Αλάσκας είναι 1,5 εκατ. τετρ.χλμ. θα λέγαμε ότι το στρέμ-μα πωλήθηκε για 4 σεντς.

Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι η συμφωνία για την πώληση της Α-λάσκας ήταν αμοιβαία επωφελής. Οι μεν Αμερικανοί ικανοποιούσαν τις γεωπολιτικές τους επιδιώξεις, οι δε Ρώσοι θα μπορούσαν να επι-κεντρωθούν στην ανάπτυξη των περιοχών της ρωσικής άπω ανατο-λής, που πρόσφατα είχαν προσαρτήσει. Πράγματι, μεγάλο τμήμα του ποσού διατέθηκε για την υλοποίηση του υπερσιβηρικού σιδηροδρό-μου.

Εκείνη την εποχή, στην Αμερική τόσοι λίγοι επιθυμούσαν να αποκτή-σουν μια τόσο τεράστια περιοχή ( οι πολέμιοι της απόφασης αποκα-λούσαν την Αλάσκα καταφύγιο για πολικές αρκούδες και αποθήκη πάγων), που η συμφωνία επικυρώθηκε με μόνο μία ψήφο διαφορά.

Ωστόσο, όταν 25 χρόνια μετά, ανακαλύφθηκε ο χρυσός και αργότερα οι άφθονοι ορυκτοί πόροι της Αλάσκας (πετρέλαιο, αέριο) , η συμφω-νία αναγνωρίστηκε ως σημαντικό επίτευγμα του Προέδρου Johnson.

Τα σημάδια του ρωσικού παρελθόντος της Αλάσκας εξακολουθούν να είναι ορατά. Πολλές παράκτιες πόλεις εξακολουθούν να φέρουν ρωσικά ονόματα και υπάρχουν σχεδόν 100 ρωσικές ορθόδοξες εκ-κλησίες που εξακολουθούν να λειτουργούν. Σε ορισμένες περιοχές, όπως η απομονωμένη Ninilchik, διαλέκτος της ρωσικής γλώσσας εξακολουθεί να εντοπίζεται στην ομιλία των γηραιότερων κατοίκων. 

Ρωσική εκκλησία στο Ninilshik